Άγαλμα - Definition. Was ist Άγαλμα
Diclib.com
Wörterbuch ChatGPT
Geben Sie ein Wort oder eine Phrase in einer beliebigen Sprache ein 👆
Sprache:

Übersetzung und Analyse von Wörtern durch künstliche Intelligenz ChatGPT

Auf dieser Seite erhalten Sie eine detaillierte Analyse eines Wortes oder einer Phrase mithilfe der besten heute verfügbaren Technologie der künstlichen Intelligenz:

  • wie das Wort verwendet wird
  • Häufigkeit der Nutzung
  • es wird häufiger in mündlicher oder schriftlicher Rede verwendet
  • Wortübersetzungsoptionen
  • Anwendungsbeispiele (mehrere Phrasen mit Übersetzung)
  • Etymologie

Was (wer) ist Άγαλμα - definition


Άγαλμα         
Το άγαλμα [< ἀγάλλω / ἀγάλλομαι] είναι γλυπτό ομοίωμα θεού, ή ημίθεου ήρωα. Η λέξη "άγαλμα", ενώ αρχικά χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει ομοιώματα θεών, στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει και ομοιώματα ανθρώπων και ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. επεκτάθηκε η χρήση της για κάθε πλαστικό έργο τέχνης. Για τα ομοιώματα ανθρώπων, όσο η χρήση της λέξης "άγαλμα" δήλωνε αποκλειστικά "αφιέρωμα σε θεό" ή "ομοίωμα θεού", χρησιμοποιούνταν η λέξη ανδριάντες, η χρήση της οποίας, βέβαια, συνεχίζεται μέχρι και την εποχή μας με τη σημασία "ολόσωμη παράσταση ανθρώπου, κυρίως ανδρ�
Άγαλμα του Ολυμπίου Διός         
Το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός ήταν μία κολοσσιαία, καθήμενη μορφή του θεού Διός, περίπου 42 πόδια (13 μέτρα) ύψος, σμιλευμένη από τον Αθηναίο γλύπτη Φειδία περί το 435 π.Χ. και τοποθετημένη μέσα στον ναό του Διός, στο Ιερόν της Ολυμπίας. Ήταν ένα από τα πιο μεγαλοπρεπή μνημεία που κατασκευάστηκαν στην αρχαιότητα, ενώ το κολοσσιαίο άγαλμα, συμπεριλαμβανόταν στα Επτά Θαύματα του κόσμου- Τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου, μέχρι την τελική απώλεια και καταστροφή του κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ.
Κολοσσιαίο άγαλμα του Αμένωφι Γ΄         
Από το Κολοσσιαίο άγαλμα του Αμενχοτέπ Γ έχει διασωθεί ένα κεφάλι και ένα χέρι που βρέθηκαν στο περίφραγμα του ιερού της θεάς Μουτ στο Καρνάκ της Αιγύπτου. Αγοράστηκε το 1823 από τον Χένρι Σαλτ για το Βρετανικό μουσείο και φιλοξενούνται σήμερα εκεί.